Η προσμονή μου εντάθηκε όταν πρόσεξα ότι τον ομώνυμο ρόλο θα ενσάρκωνε η Φωτεινή Φιλοσόφου σε σκηνοθεσία Γιάννη Νικολαΐδη. Την είχα δει να υποδύεται την Κλυταιμνήστρα στην τραγωδία “Αγαμέμνων” του Αισχύλου και είχα καθηλωθεί από τη μεγαλοπρεπή της εμφάνιση, συνεπώς η αγωνία μου και το ενδιαφέρον μου σταδιακά κλιμακώνονταν για το τι θα δω τελικά.
Η παράσταση σε διασκευή του Κώστα Πολιτόπουλου ξεπέρασε και με το παραπάνω τις προσδοκίες μου. Η συγκλονιστική ερμηνεία της Φωτεινής Φιλοσόφου σε έκανε να νιώθεις ότι ο ρόλος της ήταν “κομμένος και ραμμένος” στα μέτρα της, καθώς η δυναμική της παρουσία σε συνδυασμό με την υπόλοιπη ομάδα των ηθοποιών που την πλαισίωναν (Τζένη Οικονόμου, Έρρικα Μακρή, Γιάννης Τσιώμου) υπήρξε καταλυτική για την αναβίωση του δράματος της ανθρώπινης ψυχής που περιγράφεται στα περισσότερα έργα του “Αγίου των ελληνικών γραμμάτων”. Η ερμηνεία του σκηνοθέτη Γιάννη Νικολαΐδη ως αφηγητή, που όπως αποδείχθηκε στο τέλος συμβόλιζε τον ίδιο τον Παπαδιαμάντη, ολοκλήρωσε την κατάνυξη της τραγωδίας που ξετυλίγεται μέσα από τον τρόπο σκέψης και τις πράξεις της “γραίας Χαδούλας” ή αλλιώς “Φραγκογιαννούς”.
Όταν είχα πρωτοδιαβάσει την ιστορία της Φόνισσας, κατάλαβα γιατί ένα έργο που γράφτηκε πριν 106 χρόνια (το 1809) καταφέρνει ακόμα και σήμερα να προκαλεί τέτοιο δέος στον αναγνώστη και το θεατή. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που έχει απασχολήσει το ενδιαφέρον μεγάλων συγγραφικών και ακαδημαϊκών μορφών με αξεπέραστες κριτικές γι’ αυτό το δημιούργημα. Ο Λίνος Πολίτης είπε: “Η Φόνισσα είναι ένα δυνατό έργο ψυχογραφικό· η γυναίκα αυτή με την αβυσσαλέα ψυχολογία, που τοποθετείται έξω από την ανθρώπινη κοινωνία, είναι ένα πρόσωπο αινιγματικό και ολότελα ξένο από τους αφελείς (πονηρούς πολλές φορές, αλλά καλόκαρδους πάντα) νησιώτες που γεμίζουν τα άλλα του διηγήματα. Η ψυχολογική περιγραφή δίνεται με τελείως διαφορετική αδρότητα…”. Άλλοι μελετητές βρίσκουν στη Φόνισσα παραλληλισμούς με το μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκι “Έγκλημα και Τιμωρία”, ενώ ο Γρηγόριος Ξενόπουλος θεωρεί τη Φόνισσα αριστούργημα και την χαρακτηρίζει “τραγωδίαν μεγαλοπρεπεστάτην”.
Με μια πρώτη ματιά, η Φραγκογιαννού διαγράφεται ως μια εγκληματική ύπαρξη που πρέπει να τιμωρηθεί για το θάνατο των μικρών κοριτσιών που προκάλεσε, με τη δικαιολογία ότι έτσι απαλλάσσει αυτά και την οικογένειά τους από τη δυστυχία της φτώχειας και της εξαθλίωσης που θα υπέμεναν για την ανατροφή τους, κάτι που και η ίδια βίωσε στην πορεία της ζωής της. Μην ξεχνάμε ότι εκείνη την περίοδο οι κοινωνικές αντιλήψεις για τη θέση της γυναίκας ήταν άκρως συντηρητικές και συνυφασμένες με το θεσμό-φορτίο της προίκας, ιδιαίτερα σε μια κλειστή κοινωνία, όπως η Σκιάθος του Παπαδιαμάντη και γι’αυτό παλιότερα η γέννηση ενός κοριτσιού θεωρούνταν ότι έφερνε κακοτυχία στο σπιτικό.
Ωστόσο, ο Παπαδιαμάντης με τη μοναδική του μαεστρία να προκαλεί συμπόνια και για τους καλούς και για τους κακούς χαρακτήρες των έργων του μέσω μιας αλυσίδας ερωτημάτων ηθικού, κοινωνιολογικού, θρησκευτικού, ψυχολογικού αλλά και εγκληματολογικού περιεχομένου σχετικά με την πραγματική ενοχή της Φραγκογιαννούς, καταφέρνει να γεφυρώσει δύο πράξεις εντελώς αντιδιαμετρικές μεταξύ τους: το φόνο και την αγνή πρόθεση για το καλό. Και είναι πράγματι ευρηματικός ο τρόπος που τελειώνει το έργο του ο συγγραφέας με τον πνιγμό της Χαδούλας κορυφώνοντας έτσι το δράμα “εις το ήμισυ του δρόμου, μεταξύ της θείας και της ανθρωπίνης δικαιοσύνης”, αφήνοντας έτσι να αιωρείται ένας αμφίσημος προβληματισμός για την κάθαρση της Φόνισσας.
Οι συντελεστές της παράστασης ωστόσο φρόντισαν να σβήσουν εν μέρει αυτή την αμηχανία και το ανικανοποίητο που αφήνει στην κρίση του θεατή ο αλληγορικός θάνατος της Φραγκογιαννούς, δημιουργώντας έναν διάλογο Παπαδιαμάντη-Φόνισσας. Και λέω εν μέρει διότι ο στόχος φυσικά δεν ήταν να υπάρξει μια σαφής απάντηση στα ερωτήματα που εγείρονται αλλά η αναγκαιότητα να μας φέρει κοντά με το σήμερα μια υποτιθέμενη και πολυπόθητη επικοινωνία του συγγραφέα με το δημιούργημά του, καθιστώντας το έτσι ένα σύμβολο αθάνατο στο χρόνο…
Οι σκέψεις μου και οι προβληματισμοί μου με αφορμή το έργο της Φόνισσας ήρθαν να με συνεφέρουν από τη ραθυμία του καλοκαιριού που εντείνει ο Αύγουστος. Για λίγο όμως, αφού όπως αναφέρει και ο ίδιος ο Παπαδιαμάντης στην “Πεποικιλμένη” του συνέχισα να αγναντεύω το τοπίο μου ως άνθρωπος “πολλὰ ρεμβάζων, καὶ οὐδὲν σκεπτόμενος”…
Πηγή εικόνων: koutipandoras.gr , kolivas.de
Τα αποσπάσματα είναι από τη ΦΟΝΙΣΣΑ (Έκδοση Εστία 2001)
Σεπτέμβριος 2016
http://thenewblack.gr/?p=4870