Κριτικές
Κριτικές για την παράσταση “ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ”
Από το προφίλ στο Facebook της δημοσιογράφου Βάσως Βασιλαδιώτη:
Το σκηνικό λιτό, κυριαρχούν οι μαύροι και λευκοί τόνοι και ένα απόκοσμο μπλε φως. Η Μαρία Πολυδούρη ζωντανεύει εμπρός μας και μας παίρνει πίσω στο χρόνο. Σε ένα ταξίδι ζωής και θανάτου. Θέατρο «Αλκμήνη», κάπου στον Κεραμεικό. Στο ρόλο της μεγάλης ποιήτριας η Φωτεινή Φιλοσόφου, που επιστρατεύει όλες της τις δυνάμεις για να αποδώσει το αέρινο, ρομαντικό και ταυτόχρονα τόσο δυναμικό και ανυπότακτο πλάσμα που ήταν η Μαρία Πολυδούρη. Και τα κατάφερε. Κατάφερε, υπό την εμπνευσμένη σκηνοθετική καθοδήγηση του Γιάννη Νικολαϊδη, να μας κάνει κοινωνούς των σκέψεων και των εσωτερικών κραδασμών της ψυχής της ηρωίδας. Της μεγάλης ποιήτριας που είχε τη δύναμη να ενθουσιάζεται και την ίδια στιγμή να υποφέρει. Να είναι παράφορα δοτική και την ίδια στιγμή συγκρατημένη. Να απορρίπτει το ψέμα και να διατρανώνει την αλήθεια της μέχρι να ακουστεί. Να είναι μαχητική και αγωνιστική ακόμα και μέσα στην επίθεση της αρρώστιας της.
Η φωνή της σε διαπερνά. «Εδώ δεν είναι Απρίλης, δεν είναι γέννηση, δεν είναι θάνατος. Εδώ μόνον μνήμη. Γαλήνια σαν το χιόνι μνήμη. Μονάχα το παρελθόν μπορούμε εδώ στου φωτός την πατρίδα να ζούμε!».
Τα μάτια της κάτω από το γλαυκό φως μεταμορφώνονται. Εμπρός στις καταστροφές δεν κλείνουν φοβισμένα, μας λέει ο Κώστας Ουράνης είναι μάτια μιας περήφανης ψυχής, μάτια μοιραίας Εκάβης τα μάτια της…
Στο «Αλκμήνη», δεν παρουσιάζεται απλώς μια θεατρική μετάπλαση της ζωής και της εποχής της Μαρίας Πολυδούρη και του ανολοκλήρωτου έρωτά της με τον ποιητή Κώστα Καρυωτάκη.
Το έργο που έπλασε η φιλόλογος και ποιήτρια Βιβή Κοψιδά-Βρεττού είναι «ένα πυκνό ελεγείο γραμμένο με την αυθεντική φωνή της ηρωίδας, με θραύσματα από δικά της κείμενα και αισθαντικές εξομολογήσεις σε επιστολές και στα ημερολόγια της, καθώς η ίδια ήξερε να πράττει την ομορφιά, να μεταμορφώνει την ποίηση σε ηθική, υπερβαίνοντας με τόλμη ό τι η εποχή της ήταν ανάπηρη να δεχτεί και να κατανοήσει».
Τον ποιητή Κώστα Καρυωτάκη, τον ακατάληκτο, παράφορο έρωτα της Μαρίας Πολυδούρη υποδύεται ο ηθοποιός Νίκος Γιάννακας, με την αυστηρή, δωρική ερμηνεία του. Στο ρόλο του αφηγητή ο σκηνοθέτης Γιάννης Νικολαϊδης, διασυνδέει τον θεατή με τα γεγονότα στη ζωή της Μαρίας και την σκηνική δράση. Η μουσική επένδυση είναι του Στέφανου Νικολαΐδη, τα σκηνικά και τα κοστούμια της Όλγας Σχοινά. Η παράσταση θα παίζεται έως τις 22 Απριλίου στο θέατρο “Αλκμήνη”. Αξίζει να την δείτε.
Vasso Vasiladioti Facebook profile
Από το website: critics-point.gr άρθρο της Λίας Τσεκούρα
«Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες, στα περασμένα χρόνια». Η ζωή ερωτεύεται τον θάνατο, συνομιλεί μαζί του ηδονικά και μεταμορφώνεται σε μια διάπυρη, απελπισμένη εικονοποίηση ενός αιματοβαμμένου έρωτα· εκείνου του αιματοβαμμένου έρωτα που διαλύει την ύπαρξη για να την αναστήσει στο απέραντο επέκεινα του ποιητικού σύμπαντος.
Δέος! Δε υπάρχει άλλη λέξη για να περιγράψω την προσμονή, ή μάλλον, εκείνο το βαθύ αίσθημα προσδοκίας, που ελκύει τον νου σε ερωτικές περιπτύξεις· αυτή ήταν η αίσθηση που με συνεπήρε όταν έσβησαν τα φώτα του secret room του θεάτρου «Αλκμήνη» μια γεναριάτικη Πέμπτη (31-01-2019) κι ένιωσα εκείνη την ανάσα της Πολυδούρη και του Καρυωτάκη, πριν αρθρώσουν την πρώτη, μαγική λέξη που ξεκινά τον μίτο της προσωπικής δαιδαλώδους καταβύθισης.
Σκοτάδι! Σκοτάδι, απόλυτη κατανυκτική σιωπή κι ένα «ρίγος στην ψυχή», που ανασαλεύει βαθιές επιθυμίες, μνήμες, προσδοκίες, όνειρα και μια φευγαλέα αίσθηση θανάτου. Αν αυτή η αίσθηση ήταν μουσική θα κρυβόταν ηδονικά στο πάθος της 1ης σουΐτας για cello του Bach· λυτρωτική, ερωτική, λιτά συγκλονιστική, απέριττα ορμητική αλλά συναρπαστικά αληθινή. Ένα μέλος που, χωρίς παύση, ερωτοτροπεί με ένα βαθιά κρυμμένο μυστικό, το οποίο ζωντανεύει διστακτικά αναζητώντας μια ολοκλήρωση.
Και εγένετο φως! Ένας αφηγητής, μια γυναίκα, ένας άνδρας, δύο ιστορίες που αγκαλιάζονται σε έναν μάγο έρωτα, χωρίς αύριο· μια γυναίκα σύμβολο μιας πρώιμης χειραφέτησης κι ένας άνδρας «δον Κιχώτης» που «εκρέμασε σημαία του την Ιδέα». Δύο πλάσματα που αναζητούν μάταια να κατανοήσουν τις προσωπικές τους επιθυμίες και εγκλωβίζονται σε μια αλλόκοτη προσωπική αλήθεια που στροβιλίζεται με μένος γύρω από την αλλόκοτη προσωπική αλήθεια του άλλου, του αγαπημένου. Μια απελπισμένη, αδήριτη ανάγκη για αγάπη και ζωή καρφώνει το ψέμα στην ελπίδα, λειτουργεί ως βάλσαμο και χαρίζει στον κάθε χαρακτήρα ένα νόημα για να επιβιώσει βουλιάζοντας στο σκότος μιας ψεύτικης αλήθειας∙ η έξοδος στο φως θα σημάνει τον θάνατο.
Η Μαρία Πολυδούρη της Βιβής Κοψιδά-Βρεττού γκρεμίζει της συμβάσεις, ασφυκτιά δεμένη σε ανούσια δεσμά, προτάσσει τη φωνή της, την ίδια τη ζωή της σε μία αιματηρή πάλη να κρατήσει ζωντανό το όραμα της προσωπικής ελευθερίας.
Η ποιήτρια Πολυδούρη, διαγράφεται με τρυφερότητα, καθώς το έργο είναι διάσπαρτο με θραύσματα της ζωής και της ποιητικής της δημιουργίας μέσα από προσωπικές αφηγήσεις και αναδρομές στο παρελθόν.
Η ζωή και το έργο της απλώνονται σαγηνευτικά, «σαν τρίλιες που σβήνουν», πάνω στη σκηνή μέσα από αισθαντικούς, ορμητικούς μονολόγους που μεταγγίζουν το αίσθημα της ποιήτριας και την ίδια στιγμή καταργούν τον χρόνο, τον νικούν, παρασύροντας τον θεατή σε μια δραματική μέθεξη· μια μέθεξη που υπόρρητα ενώνει ενσυναισθητικά τον θεατή με την Πολυδούρη και τον Καρυωτάκη, μέσα από μυστικοπαθείς σιωπές και άχρονες ονειρικές αφηγήσεις μιας δραματικής αλήθειας.
Η σκηνοθεσία του έμπειρου Γιάννη Νικολαΐδη εκφράζει κάθε άρρητα στοιχείο που δομεί την παράσταση και της χαρίζει ενσυναισθητικό υπόβαθρο. Μέσα από τον ρόλο του αφηγητή, η ευφυής σκηνοθεσία του Γ. Νικολαΐδη διαχειρίζεται με ευφυή τρόπο την αφήγηση και τους μονολόγους, αξιοποιώντας αριστοτεχνικά, με δραματική διαύγεια και απεικονιστική σαφήνεια κάθε σκηνή, κάθε αφηγηματική ένταση.
Η αγαπημένη Φωτεινή Φιλοσόφου, τρυφερή κι ευαίσθητη ταυτίζεται με την ποιητική αχλή της Πολυδούρη και γεμίζει με νόημα και συναίσθημα κάθε λέξη, κάθε κίνηση, κάθε τριγμό χαράς, ευγένειας, πένθους, οδύνης, μνήμης. Σαγηνεύει με το βλέμμα της και αιχμαλωτίζει τις αισθήσεις μας, καθώς δημιουργεί μια δική της, εντελώς δική της, ποιητική, ακροβατώντας αριστοτεχνικά πάνω σε μια αντάρα συναισθημάτων, ρόλων, τόπων, εποχών. Μια παρουσία εύθραυστη και ταυτόχρονα επιβλητική, ερωτική και συντηρητική, που αγγίζει με απαράμιλλη αλήθεια την οδύνη της Πολυδούρη, μιας προσωπικότητας που δεν ξεχωρίζει την δημιουργία από την ύπαρξη.
Στον ρόλο του Κώστα Καρυωτάκη ο Νίκος Γιάννακας, επιβάλλεται στη σκηνή με την ευγένεια και το ήθος του. Πληθωρικός, αισθαντικός, εκφράζει με απαράμιλλο ρυθμό και κομψότητα την ιδιαίτερη υποκριτική του δεξιότητα. Εσωστρεφής και αυστηρός, παθιασμένος και ματαιωμένος, απρόσιτος και ερωτικός κατακτά τη σκηνή και μεταδίδει εκείνη την ονειρική έξαψη του καταραμένου ποιητή που καταργεί με αυτοκαταστροφικό μένος την ίδια του την ύπαρξη, την ίδια στιγμή που γράφει το ποίημα του «Ώχρα Σπειροχαίτη» ξορκίζοντας τον ιό που του στερούσε την ίδια τη ζωή.
Η σκηνοθεσία αξιοποιεί με ιδιαίτερο τρόπο τη φωνή του Κώστα Ουράνη, του Άγγελου Τερζάκη, του Άγγελου Σικελιανού αλλά και της Μητέρας της Μ. Πολυδούρη που καλεί τη Μαρία και το κοινό σε έναν μνημονικό χορό. Τα στοιχεία αυτά ενισχύουν τη μέθεξη του κοινού, εντείνουν την ποιητικότητα της παράστασης, ενώ αναμοχλεύουν την τραγικότητα της στιγμής και την αληθινή ποίηση της ζωής.
Παράλληλα, η μουσική επένδυση του Στέφανου Νικολαΐδη ενισχύει την ποιητικότητα της παράστασης και υπερτονίζει κάθε στιγμή της σκηνικής δράσης. Τα λιτά σκηνικά της Όλγας Σχοινά αιχμαλωτίζουν την ουσία, καθώς η πολυθρόνα που φιλοξενεί την Πολυδούρη συνιστά αφ΄ενός, εστία του μονολόγου της Μαρίας και της προσωπικής της εξομολόγησης, ενώ το τραπέζι με τις δύο καρέκλες γίνεται ο ερωτικός βωμός πάνω στον οποίο θυσιάζεται ένα πάθος αιώνιο και ολέθριο.
Παράλληλα τα κοστούμια της ιδίας, μινιμαλιστικά, κομψά και διακριτικά προβάλλουν την ευγενικά, νοσταλγικά ενδεχομένως, παθιασμένη θηλυκότητα της Πολυδούρη και την στιβαρή, σοβαρή παρουσία του αστού Καρυωτάκη. Τα χρώματα παίζουν με τι λευκό, το υπόλευκο, το μαύρο και το γκρίζο, που παραπέμπουν στην αγνότητα, τον θάνατο και «τα κύματα τα πράσινα, τα γκρίζα και τα μπλάβα» αφήνοντας να αναδυθούν συνειρμοί της επερχόμενης Πρέβεζας. Παράλληλα, οι φωτισμοί του Στέφανου Κεραμιδά σκίζουν το μελαγχολικό σκότος που στροβιλίζεται στην ατμόσφαιρα και υπερτονίζουν κάθε συναισθηματική έξαρση, ή εσωστρέφεια.
Η παράσταση πράγματι αιχμαλωτίζει τη μελαγχολική ιστορία του ζεύγους στη διάπυρή στιγμή της προσωπικής του ιστορίας και του προσωπικού του τέλους. Το τέλος αφήνει πίσω του ένα οδυνηρό ουρλιαχτό μιας ύπαρξης που δεν κατόρθωσε να απολαύσει τη μέθη της ζωής. Επιθυμίες ανεκπλήρωτες, προσδοκίες ακρωτηριασμένες, ζωές ματωμένες περιδινούνται σε ένα σύμπαν που προοιωνίζει τον θάνατο, ως μοναδικό διέξοδο ενός βίου αβίωτου.
Η εικονοποίηση της ερωτικής έντασης ανασαλεύει σαν μια κραυγή που ασφυκτιά κλεισμένη μέσα σε αδιαπέραστα αλλά αόρατα τείχη, τα οποία χτίζει αργά και βασανιστικά η ίδια μας η ύπαρξη· μια ύπαρξη που καταπίνει επιθυμίες και στέκεται δίβουλη μεταξύ διάνοιας και συναισθήματος, τα οποία παντρεύει μέσα της και έτσι επιβιώνει.
Αυτή η μυστικιστική μορφή επιβίωσης, ζωής, ανάσας που αγκαλιάζει ερωτικά τη διάνοια με το συναίσθημα, τη σάρκα με την ψυχή συνιστά την αγαπημένη αίσθηση που φτεροκοπά μέσα μας, κάθε φορά που κατορθώνουμε να συνταιριάσουμε ερωτικά το πνεύμα με την ψυχή. Η ζωή μας δεν είναι τίποτε άλλο, παρά σπαράγματα ευτυχίας που χορεύουν γύρω μας όταν το τέλος της ύπαρξης πλησιάζει και μας πλημμυρίζουν ευτυχία, ευγνωμοσύνη αλλά και μήνη για την επερχόμενη τελευτή. Κάπου εκεί, μέσα στην αχλή του σκότους αντηχούν στίχοι αγαπημένοι, «ήχοι από την πρώτη ποίηση της ζωής μας
σα μουσική, την νύχτα, μακρινή, που σβήνει».
http://critics-point.gr – Λία Τσεκούρα
Από το website: aromalefkadas.gr
Μ’αυτή την υψηλή συναίσθηση ευθύνης απέναντι σε πρόσωπα που υπέφεραν την ιστορία και που μια δεύτερη, απρόκλητη από τους ίδιους ζωή τους, δεν έπρεπε να τους προδώσει, η συγγραφέας παρέδωσε στον έμπειρο και άξιο σκηνοθέτη Γιάννη Νικολαΐδη το έργο Μαρία Πολυδούρη, με την αισιόδοξη προτροπή ΓΕΝΝΗΘΗΤΩ! Κι εκείνος-όπως η επίμονη, ασκημένη στα δύσκολα σκηνοθετική του μαεστρία πάνω στο αρχαίο δράμα, τον έχει διδάξει, έδωσε στο έργο την ένταση, το βάθος και τη γνησιότητα που διαπερνούν τον κειμενικό λόγο. Πρώτα επιλέγοντας τους πρωταγωνιστές του κι έπειτα ανασταίνοντας σκηνικά την ενδοκειμενική ύπαρξη των στοιχείων θεατρικότητας.
Η επιλογή της εξαιρετικά ταλαντούχου ηθοποιού Φωτεινής Φιλοσόφου, «ειδικευμένης» σε ρόλους του κλασικού ρεπερτορίου, που με αισθαντική πειστικότητα και ανεπανάληπτη δραματική ένταση έχει πραγματώσει στη μακρά θητεία της στο θέατρο, ήταν η πρώτη στοχευμένη επιτυχώς κίνησή του. Η Φωτεινή Φιλοσόφου επί σκηνής δίνει την εντύπωση των ακάματων μεταμορφώσεων: ότι κάθε στιγμή αλλάζουν πρόσωπα, εικόνες, περιβάλλοντα και πράξεις. Η μοναδική εκφραστικότητα του προσώπου της-ιδιαίτερα των ματιών της-, η υποκριτική ένταση, η ακρίβεια εναλλαγής του λόγου και των σιωπών της, η σύμμετρη με το συναίσθημα σωματική της εκφραστικότητα, με άλλα λόγια η συστράτευση όλων των κωδίκων της υποκριτικής της δεξιότητας, προσφέρει, στις υπάρχουσες μήτρες παραστασιμότητας του έργου, την αυθεντικότητα του βιώματος.
.Δίπλα της, ο έμπειρος ηθοποιός του θεάτρου Νίκος Γιάννακας, στο ρόλο του Κώστα Καρυωτάκη, θα υλοποιήσει με τη δωρική, στοχαστική, αυστηρή του ερμηνεία και το πειστικά καταγγελτικό του ήθος, την αντίστιξη των βασικών χαρακτήρων του έργου: της γεμάτης πάθος και παραφορά Μαρίας Πολυδούρη και της εσωστρεφούς, συγκρατημένης, αλλά τολμηρής στην κοινωνική της κριτική, φύσης του ποιητή Κώστα Καρυωτάκη.
Στο ρόλο του εξωδιηγητικού αφηγητή ο ίδιος ο σκηνοθέτης, ως μια διακριτική «υποσημείωση» του έργου, διασυνδέει τον θεατή με τα παραλειπόμενα της σκηνικής δράσης και με την παρουσία προσώπων στις παρυφές της αφηγημένης «ιστορίας». Παράδειγμα: η φωνή των ποιητών Κώστα Ουράνη, Άγγελου Τερζάκη, Άγγελου Σικελιανού κ.λ.π. Ενώ η ηχογραφημένη, απόκοσμη φωνή της Μητέρας (της Μαρίας Πολυδούρη) ζωντανεύει και ενεργοποιεί συγκινησιακά τις αναδρομές της μνήμης.
Αξίζει να αναφερθεί η μουσική επένδυση του έργου από τον Στέφανο Νικολαΐδη. Με γνώση της κλασικής και της σύγχρονης μουσικής και έπειτα από διεισδυτική προσέγγιση του έργου, ο νεαρός φιλόλογος Στέφανος Νικολαΐδης, έρχεται να υπογραμμίσει με μουσικούς ήχους το πότε ευαίσθητο, πότε παθιασμένο και πότε επαναστατημένο περιεχόμενο της ψυχής των πρωταγωνιστών….
Η καλύτερη κριτική και η πιο αξιόπιστη είναι η γνώμη του κοινού.
Γέμισε το θέατρο «Εαρ Βικτώρια» στην πρεμιέρα της «Φόνισσας» του Αλ. Παπαδιαμάντη
Η «ΦΟΝΙΣΣΑ» του Παπαδιαμάντη
στην Κεντρική Σκηνή του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Ρούμελης
Σας ευχαριστούμε!!!!
Υπόκλιση στη ΦΟΝΙΣΣΑ του Παπαδιαμάντη από το θεατρόφιλο κοινό των Αχαρνών
Καταχειροκροτήθηκε η «ΦΟΝΙΣΣΑ» με την Φωτεινή Φιλοσόφου σε σκηνοθεσία Γιάννη Νικολαΐδη στην Κεφαλονιά